κοινή


κοινή
Προφορά

Ετυμολογία
κοινή └θηλ┘ του αρχαίου ελληνικού κοινός

Ερμηνεία
κοινή

✦ η λαλούμενη, η δημοτική
✦ η ελληνική γλώσσα, που επικράτησε ως διεθνής κατά τους χρόνους του Μ. Αλεξάνδρου και κατόπιν

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.