κεφαλόποδα


κεφαλόποδα
Προφορά

Ετυμολογία
κεφαλόποδα πληθ. └ουδ┘ του μεταγενέστερη ελληνική επιθ. κεφαλόπους

Ερμηνεία
κεφαλόποδα

✦ ουσ. θαλάσσια ζώα με πλοκάμια: το χταπόδι ανήκει στα κεφαλόποδα

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.