καφενείο
Προφορά
Ετυμολογία
καφενείο καφενές
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└ουδέτερο┘ το καφενείο
✦ κατάστημα όπου προσφέρεται αφέψημα καφέ (ή και άλλα ροφήματα, αναψυκτικά, γλυκά κτλ.): στου καφενείου του βοερού το μέσα μέρος (Κ. Καβάφης)
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–