κατεβασιά


κατεβασιά
Προφορά

Ετυμολογία
κατεβασιά κατεβάζω

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η κατεβασιά

✦ ορμητική ροή νερών: λαγκάδι… με την κατεβασιά σου σέρνεις λιθάρια ριζιμιά (δημ. τραγ.)
✦ καταρροή της μύτης, συνάχι

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.