καταθορυβώ


καταθορυβώ
Προφορά

Ετυμολογία
καταθορυβώ αρχαία ελληνική καταθορυβέω-ῶ

Ερμηνεία
ρήμα καταθορυβώ -είς, -εί

✦ προκαλώ ισχυρό θόρυβο
✦ προκαλώ ανησυχία, ταραχή: οι φήμες για επιδημία έχουν καταθορυβήσει τον κόσμο

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.