κασονιάζω


κασονιάζω
Προφορά

Ετυμολογία
κασονιάζω κασόνι

Ερμηνεία
ρήμα κασονιάζω

✦ βάζω αντικείμενα μέσα σε κασόνια, αποθηκεύω
✦ κατασκευάζω ξύλινα καλούπια για να χυθούν τα οικοδομικά υλικά κτίσματος, καλουπώνω

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.