καρτέρεμα


καρτέρεμα
Προφορά

Ετυμολογία
καρτέρεμα καρτερεύω

Ερμηνεία
ουσιαστικό
ουδέτερο το καρτέρεμα

✦ αναμονή: παιδική σάρκα, οδυνηρά μεγαλωμένη στου αγνώστου το καρτέρεμα (Γ. Γεραλής)

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.