καρποφάγος


καρποφάγος
Προφορά

Ετυμολογία
καρποφάγος αρχαία ελληνική καρποφάγος

Ερμηνεία
επίθετο┘ καρποφάγος -ος, -ο

✦ που τρώει καρπούς, που έχει ως βάση της διατροφής του τους καρπούς

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.