καράφλα


καράφλα
Προφορά

Ετυμολογία
καράφλα μεσαιωνική ελληνική φαλάκρα

Ερμηνεία
καράφλα

✦ έλλειψη τριχών στο κεφάλι ή σε τμήμα του κεφαλιού
✦ το γυμνό από τρίχες μέρος του κρανίου

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.