κανάτα


κανάτα
Προφορά

Ετυμολογία
κανάτα └λατιν┘ cannata

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η κανάτα

✦ πλατύστομο δοχείο από πηλό, γυαλί ή πορσελάνη, για νερό ή κρασί

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.