καμινέτο


καμινέτο
Προφορά

Ετυμολογία
καμινέτο └ιταλ┘caminetto

Ερμηνεία
ουσιαστικό
ουδέτερο το καμινέτο

✦ μικρή φορητή εστία, που καίει με οινόπνευμα

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.