καμεραλισμός


καμεραλισμός
Προφορά

Ετυμολογία
καμεραλισμός └γερμ┘ kameralismus

Ερμηνεία
ουσιαστικό
αρσενικό┘ ο καμεραλισμός

✦ εμποροκρατικό σύστημα που επικράτησε στη Γερμανία και Αυστρία κατά τη διάρκεια του 18ου αιώνα, κατά το οποίο τα δημόσια έσοδα και η ανάπτυξη της βιομηχανίας θεωρούνται η κυριότερη πηγή ευημερίας του έθνους

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.