καθέκαστα


καθέκαστα
Προφορά

Ετυμολογία
καθέκαστα └φρ┘καθ’ έκαστον

Ερμηνεία
καθέκαστα

✦ ουσ. οι λεπτομέρειες ενός γεγονότος ή θέματος, μιας υπόθεσης: τώρα οι γυναίκες θα είχαν ήδη ετοιμάσει τα καθέκαστα του δείπνου (Ν. Χουρμουζιάδης)

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.