κάλιο


κάλιο
Προφορά

Ετυμολογία
κάλιο └γαλλ┘ kalium

Ερμηνεία
ουσιαστικό
ουδέτερο το κάλιο

✦ μέταλλο, ελαφρό, μαλακό, που εύκολα οξειδώνεται

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.