κάθοδος


κάθοδος
Προφορά

Ετυμολογία
κάθοδος αρχαία ελληνική κάθοδος

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η κάθοδος

✦ μετάβαση από ψηλότερο μέρος σε χαμηλότερο, κατέβασμα
(μτφ. ) μετάβαση από μεσόγειο μέρος σε παράλια
✦ σκάλα που οδηγεί προς τα κάτω
✦ (φυσ.) ηλεκτρόδιο συνδεδεμένο με τον αρνητικό πόλο της ηλεκτρικής πηγής

Συνώνυμα

Αντίθετα
άνοδος
Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.