ιώδιο


ιώδιο
Προφορά

Ετυμολογία
ιώδιο └νεολατιν┘ iodum

Ερμηνεία
ουσιαστικό
ουδέτερο το ιώδιο

✦ χημικό στοιχείο μεταλλοειδές
✦ φαρμακευτικό σκεύασμα, που χρησιμοποιείται ιδ. ως αντισηπτικό: βάμμα ιωδίου

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.