ιδιοκτησία


ιδιοκτησία
Προφορά

Ετυμολογία
ιδιοκτησία ίδιος + κτάομαι-ώμαι

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η ιδιοκτησία

✦ κυριότητα, το απόλυτο δικαίωμα στη χρήση και εκμετάλλευση ενός πράγματος
✦ η περιουσία, ιδ. η ακίνητη
✦ πνευματική ιδιοκτησία, το δικαίωμα των συγγραφέων ή άλλων δημιουργών στην έκδοση και εκμετάλλευση των έργων τους

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.