θρόισμα


θρόισμα
Προφορά

Ετυμολογία
θρόισμα θροΐζω

Ερμηνεία
ουσιαστικό
ουδέτερο το θρόισμα

✦ ελαφρός και συνεχής ήχος, παραγόμενος ιδ. από την τριβή των φύλλων των δέντρων, θρος: δεν ακουγόταν θρόισμα δέντρου ή φωνή ζώου (Ρέα Γαλανάκη)

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.