θετικιστικός


θετικιστικός
Προφορά

Ετυμολογία
θετικιστικός θετικιστής

Ερμηνεία
επίθετο┘ θετικιστικός -ή, -ό

✦ που ανήκει ή αναφέρεται στον θετικισμό ή στον θετικιστή: θετικιστική αντίληψη

Συνώνυμα

Αντίθετα
μεταφυσικός
Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.