θερμογόνος


θερμογόνος
Προφορά

Ετυμολογία
θερμογόνος θερμός + γίγνομαι

Ερμηνεία
θερμογόνος

✦ -α κ. -ος, -ο επίθ. (Κ -ος, -ον) που παράγει θερμότητα, που αυξάνει τον αριθμό των θερμίδων

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.