θερμικός
Προφορά
Ετυμολογία
θερμικός └γαλλ┘ thermique
Ερμηνεία
└επίθετο┘ θερμικός -ή, -ό
✦ που αναφέρεται στη θερμότητα ή τη θερμοκρασία: θερμική μονάδα
✦ που γίνεται ή λειτουργεί με τη θερμότητα: θερμική διαστολή – κατεργασία
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–