θεια


θεια
Προφορά

Ετυμολογία
θεια μεταγενέστερη ελληνική θεία

Ερμηνεία
θεια

✦ η αδερφή ή ξαδέρφη του πατέρα ή της μητέρας ή η σύζυγος θείου
✦ εύχρ. και ως προσφώνηση ηλικιωμένης γυναίκας, ά. θείτσα

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.