θεατρικός
Προφορά
Ετυμολογία
θεατρικός αρχαία ελληνική θεατρικός
Ερμηνεία
└επίθετο┘ θεατρικός -ή, -ό
✦ ο σχετικός με το θέατρο: θεατρική κίνηση – θεατρικό μουσείο
✦ (μτφ. ) επιδεικτικός, υπερβολικός: αρέσκεται σε θεατρικές χειρονομίες
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
θεατρικά (Κ θεατρικώς)