ηρωίδα


ηρωίδα
Προφορά

Ετυμολογία
ηρωίδα αρχαία ελληνική ἡρωίς

Ερμηνεία
ηρωίδα

✦ (Κ ηρωίς, -ίδος) θηλ. του ήρωας (βλ. λ. σε όλες τις έννοιες): οι ηρωίδες της ελληνικής επαναστάσεως – φιλοδόξησε να γίνει ηρωίδα σκανδάλου – η ηρωίδα του έργου ήταν σκέτη αποτυχία

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.