εύθραυστος


εύθραυστος
Προφορά

Ετυμολογία
εύθραυστος αρχαία ελληνική ε/õθραυστος

Ερμηνεία
επίθετο┘ εύθραυστος -η, -ο

✦ που εύκολα σπάζει
(μτφ. ) ευπαθής, που εύκολα καταστρέφεται: εύθραυστη υγεία

Συνώνυμα

Αντίθετα
άθραυστος
Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.