ευωδιάζω


ευωδιάζω
Προφορά

Ετυμολογία
ευωδιάζω μεταγενέστερη ελληνική εὐωδιάζω

Ερμηνεία
ρήμα ευωδιάζω

✦ αναδίνω ευχάριστη οσμή, μοσκομυρίζω: ο αέρας ευώδιαζε από την ανοιξιάτικη βροχή της νύχτας (Μ. Καραγάτσης)

Συνώνυμα

Αντίθετα
βρομοκοπώ
Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.