ευχή
Προφορά
Ετυμολογία
ευχή αρχαία ελληνική εὐχή
Ερμηνεία
ευχή
✦ έκφραση της επιθυμίας να γίνει κάτι
✦ επιθυμία
✦ δέηση, προσευχή ιδ. από ιερέα
✦ ευλογία
✦ φρ. κατ’ ευχήν, όπως θα ευχόταν κανείς: τα πράγματα πήγαν κατ’ ευχήν (είχαν αίσια έκβαση)
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
απευχή ,κατάρα
Επιρρήματα
–