ευκαιρώ


ευκαιρώ
Προφορά

Ετυμολογία
ευκαιρώ μεταγενέστερη ελληνική εὐκαιρέω-ῶ

Ερμηνεία
ρήμα ευκαιρώ -είς, -εί

✦ έχω διαθέσιμο χρόνο, αδειάζω: μόλις ευκαιρήσω, ευχαρίστως ν’ ανταμώσουμε

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.