ευδαίμων
Προφορά
Ετυμολογία
ευδαίμων αρχαία ελληνική εὐδαίμων
Ερμηνεία
ευδαίμων
✦ -ων, -ον κ. εύδαιμον (-ονος) επίθ. ευτυχισμένος, καλότυχος: (ο Μινωτής) έφυγε ανικανοποίητος και όμως ευδαίμων (Κ. Γεωργουσόπουλος)
✦ αυτός που ευημερεί: οποία ευδαίμων πόλις αυτή η Νεάπολις (Αλ. Παπαδιαμάντης)
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
δυστυχισμένος
Επιρρήματα
ευδαιμόνως