ερανιστικός


ερανιστικός
Προφορά

Ετυμολογία
ερανιστικός ερανιστής

Ερμηνεία
επίθετο┘ ερανιστικός -ή, -ό

✦ αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στον ερανισμό ή τον ερανιστή

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα
ερανιστικά (Κ ερανιστικώς)

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.