επιτυχημένος
Προφορά
Ετυμολογία
επιτυχημένος μτχ. του παρκμ. του ρήματος επιτυχαίνω
Ερμηνεία
επιτυχημένος
✦ -η, -ο μτχ. ως επίθ. που γίνεται με επιτυχία
✦ (για πρόσ.) που ευδοκίμησε, πρόκοψε
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
αποτυχημένος
Επιρρήματα
επιτυχημένα