επιγάστριος
Προφορά
Ετυμολογία
επιγάστριος μεταγενέστερη ελληνική ἐπιγάστριος
Ερμηνεία
επιγάστριος
✦ -α κ. -ος, -ο επίθ. (Κ -ος, -ον) αυτός που βρίσκεται στην κοιλιά: επιγάστριες φλέβες
✦ ουδ. επιγάστριο ως ουσ., η άνω περιοχή της κοιλιάς, από το κάτω άκρο του στέρνου μέχρι τον αφαλό
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–