επιβοηθητικός


επιβοηθητικός
Προφορά

Ετυμολογία
επιβοηθητικός επιβοηθώ

Ερμηνεία
επίθετο┘ επιβοηθητικός -ή, -ό

✦ επικουρικός, που παρέχει πρόσθετη βοήθεια

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα
επιβοηθητικά

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.