επερείδω


επερείδω
Προφορά

Ετυμολογία
επερείδω αρχαία ελληνική ἐπερείδω

Ερμηνεία
ρήμα επερείδω

✦ στηρίζω κάτι πάνω σε κάτι άλλο
✦ (μέσ.) επερείδομαι, στηρίζομαι, ακουμπώ πάνω σε κάτι
(μτφ. ) στηρίζω τις ελπίδες μου σε κάτι ή κάποιον

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.