επαρκώ


επαρκώ
Προφορά

Ετυμολογία
επαρκώ αρχαία ελληνική ἐπαρκῶ

Ερμηνεία
ρήμα επαρκώ -είς, -εί

✦ είμαι αρκετός, φτάνω: τα φάρμακα αυτά δεν επαρκούν για την ολοκλήρωση της θεραπείας
✦ έχω τις απαιτούμενες ικανότητες: δεν επαρκεί για ένα τέτοιο αξίωμα

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.