επίβουλος


επίβουλος
Προφορά

Ετυμολογία
επίβουλος αρχαία ελληνική ἐπίβουλος

Ερμηνεία
επίθετο┘ επίβουλος -η, -ο

✦ που ενεργεί κρυφά, για να βλάψει κάποιον, δόλιος, ύπουλος

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα
επίβουλα (Κ επιβούλως)

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.