εξωστικός


εξωστικός
Προφορά

Ετυμολογία
εξωστικός αρχαία ελληνική ἐξωστικός

Ερμηνεία
επίθετο┘ εξωστικός -ή, -ό

✦ που αποβλέπει στην έξωση, ή επιβάλλει έξωση: εξωστική αγωγή – απόφαση

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα
εξωστικώς

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.