εξολισθαίνω


εξολισθαίνω
Προφορά

Ετυμολογία
εξολισθαίνω αρχαία ελληνική ἐξ-ολισθαίνω

Ερμηνεία
εξολισθαίνω

✦ κ. εξολισθάνω ρ. πέφτω από τη θέση μου, γλιστρώ
(μτφ. ) παρεκτρέπομαι, σφάλλω

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.