εξάρτυση


εξάρτυση
Προφορά

Ετυμολογία
εξάρτυση μεταγενέστερη ελληνική ἐξάρτυσις

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η εξάρτυση

✦ τα ατομικά είδη του στρατιώτη εκτός από τον οπλισμό

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.