ενσύρματος


ενσύρματος
Προφορά

Ετυμολογία
ενσύρματος εν + σύρμα

Ερμηνεία
επίθετο┘ ενσύρματος -η, -ο

✦ που γίνεται με τη χρήση καλωδίων

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.