ενδοφλέβιος


ενδοφλέβιος
Προφορά

Ετυμολογία
ενδοφλέβιος ένδον + φλεψ, φλεβός

Ερμηνεία
επίθετο┘ ενδοφλέβιος -ια, -ιο

✦ που γίνεται μέσα στις φλέβες: ενδοφλέβια ένεση

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα
ενδοφλεβίως

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.