ενδοκυττάριος


ενδοκυττάριος
Προφορά

Ετυμολογία
ενδοκυττάριος ένδον + κύτταρον

Ερμηνεία
ενδοκυττάριος

✦ -ή, -ό κ. ενδοκυττάριος, -α, -ο επίθ. ο ευρισκόμενος στο εσωτερικό κυττάρου

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.