ελεφάντειος


ελεφάντειος
Προφορά

Ετυμολογία
ελεφάντειος μεταγενέστερη ελληνική ἐλεφάντειος

Ερμηνεία
επίθετο┘ ελεφάντειος -α, -ο

✦ ο αναφερόμενος στον ελέφαντα
✦ ο κατασκευασμένος από ελεφαντόδοντο, ελεφάντινος

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.