εισορμώ Posted on 30 Ιουλίου 2018 by HonoLulu — Leave a reply εισορμώΠροφοράhttp://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/mp3/2/εισορμώ.mp3Ετυμολογίαεισορμώ αρχαία ελληνική εἰσορμάω -ῶ Ερμηνεία└ρήμα┘ εισορμώ -άς, -ά ✦ μπαίνω με ορμή ξαφνικά ή με εχθρική διάθεση ✦ εισβάλλω Συνώνυμα–ΑντίθεταεξορμώΕπιρρήματα–