εισαγωγικός
Προφορά
Ετυμολογία
εισαγωγικός μεταγενέστερη ελληνική εἰσαγωγικός
Ερμηνεία
└επίθετο┘ εισαγωγικός -ή, -ό
✦ ο της εισαγωγής: εισαγωγικό εμπόριο
✦ που γίνεται για εισδοχή: εισαγωγικές εξετάσεις
✦ που προτάσσεται: εισαγωγικό σημείωμα
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
εξαγωγικός
Επιρρήματα
εισαγωγικά (Κ εισαγωγικώς)