εγκυμονώ Posted on 30 Ιουλίου 2018 by HonoLulu — Leave a reply εγκυμονώΠροφοράhttp://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/mp3/2/εγκυμονώ.mp3Ετυμολογίαεγκυμονώ μεταγενέστερη ελληνική ἐγκυμονῶ Ερμηνεία└ρήμα┘ εγκυμονώ -είς, -εί ✦ είμαι έγκυος ✦ (μτφ. ) κλείνω μέσα μου: η κατάσταση εγκυμονεί κινδύνους Συνώνυμακυοφορώ Αντίθετα–Επιρρήματα–