δυϊσμός


δυϊσμός
Προφορά

Ετυμολογία
δυϊσμός δύο

Ερμηνεία
ουσιαστικό
αρσενικό┘ ο δυϊσμός

✦ φιλοσοφική θεωρία που δέχεται δύο αρχές, την ύλη και το πνεύμα, ως ρυθμίζουσες τα του κόσμου

Συνώνυμα

Αντίθετα
ενισμός, μονισμός
Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.