δυτικισμός
Προφορά
Ετυμολογία
δυτικισμός δυτικός
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└αρσενικό┘ ο δυτικισμός
✦ ιστορικοφιλοσοφικό ιδεολογικό ρεύμα που διαμορφώθηκε στη Ρωσία στις αρχές του 19ου αιώνα, και συνέβαλε στο να προσδιοριστούν οι κυριότεροι προσανατολισμοί της ρωσικής πολιτιστικής και πνευματικής ζωής της εποχής εκείνης
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–