δυναστεύω Posted on 30 Ιουλίου 2018 by HonoLulu — Leave a reply δυναστεύωΠροφοράhttp://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/mp3/2/δυναστεύω.mp3Ετυμολογίαδυναστεύω αρχαία ελληνική δυναστεύω Ερμηνεία└ρήμα┘ δυναστεύω ✦ είμαι δυνάστης ✦ εξουσιάζω, κυριαρχώ ✦ ασκώ τυραννία Συνώνυμα–Αντίθετα–Επιρρήματα–