δυναμιτίζω


δυναμιτίζω
Προφορά

Ετυμολογία
δυναμιτίζω δυναμίτης

Ερμηνεία
ρήμα δυναμιτίζω

✦ ανατινάζω, προκαλώ έκρηξη με δυναμίτη
(μτφ. ) υπονομεύω: οι δηλώσεις του αρχηγού δυναμιτίζουν το ήπιο κλίμα

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.